|
Η ΕΥΕΡΓΕΣΙΑ ΕΝΟΣ ΞΕΧΩΡΙΣΤΟΥ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΗ
|
Παραδόξως, ο βαθμός κατά τον οποίον ο δημιουργός ταυτίζεται με το δημιούργημά του εξαρτάται όχι τόσο από το καθεαυτό έργο όσο από την πρόσληψή του από τους εκάστοτε θεατές. Αντιμέτωποι με τα έργα του Αντρέα Γκολφινόπουλου, οι θεατές εκτιμούν μίαν υπέροχη συνέπεια σε τρία σημεία – την απαράμιλλη θεματολογία, την εξαίρετη σύνθεση, και την άψογη τεχνοτροπία.
Τα θέματα που πραγματεύεται είναι αισθητικές εικόνες από το υπερπέραν του έρωτα, της ψυχής και του ονείρου. Τα έργα του, εμπνευσμένα από την καθημερινότητα, μετουσιώνουν αγαπημένα αντικείμενα και πρόσωπα σε είδωλα πολυδιάστατων συναισθηματικών καταστάσεων. Έτσι μετουσιωμένα, αναπτύσσουν μία μεταφυσική επικοινωνία με τους θεατές και, απαλλάσσοντάς τους από το «είναι», τους συνεπαίρνουν στα βάθη της ατμόσφαιράς τους.
Η σύνθεση των έργων βρίθει από ένα πολύπλοκο και κάθε φορά ανανεούμενο σύστημα χρυσών τομών. Όμως, όπως συμβαίνει σε εδραιωμένα αριστουργήματα τέχνης, οι γραμμές και τα σχήματα δεν είναι ποτέ γραμμικά ούτε περιορίζονται στον χώρο τους, αλλά έχουν εκλεπτύνσεις που προικίζουν τα έργα με αναπνοές, εντάσεις, και σφυγμούς που τα ωθούν να ακτινοβολούν με ενέργεια. Επίσης, η χρωματικότητά τους είναι ακαθόριστη, ακατάληπτη και ασαφής, απορρέοντας ευφυώς από τη μία χροιά στην άλλη. Το αποτέλεσμα είναι όμορφο, γλυκό και απαλό. Ίσως ακόμη πιο εύληπτη είναι και η αίσθηση ότι τα έργα καθιστούν τους θεατές τους ‘χαμαιλέοντες’ της υφολογικής, χρωματικής και σχηματικής ιδιαιτερότητάς τους. Από τη μία απορροφούν την τοξικότητα της απτής πραγματικότητας και από την άλλη αναδίδουν ολόγυρα εικόνες, χρώματα και συναισθήματα.
Και από τεχνικής άποψης τα έργα είναι τέλεια σε βαθμό που φαντάζουν ως «αχειροποίητα». Οι πινελιές, οι ψεκασμοί και τα μασκαρίσματα στους πίνακες, οι καμπυλώσεις, οι χαράξεις και οι γλυφές στους όγκους χαρίζουν ζωή σε υλικά, που διαφορετικά θα αδρανούσαν ως άψυχα. Αποτέλεσμα της πολυετούς εμπειρίας του, ο Γκολφινόπουλος καταφέρνει να δίδει μορφή ακόμη και στις πιο απαιτητικές τεχνοτροπικές προκλήσεις. Σε πείσμα της βιωματικής πραγματικότητας, που συχνά απέχει από την ωραιότητα, τη γλύκα και την απαλότητα του ονείρου, τα έργα του μαγεύουν το νου κι εκστασιάζουν τη φαντασία. Αν και ο πραγματικός κόσμος που περιβάλλει τους θεατές είναι μάλλον άχαρος, άβολος και δύσκολος, το φορτίο χάρης των έργων του Γκολφινόπουλου είναι τόσο και τέτοιο που περισσεύει να τον ευεργετήσει.
Εν τέλη, εφόσον ο πραγματικός δημιουργός ταυτίζεται τόσο με το έργο του ώστε τα δύο να γίνονται ένα στα μάτια των θεατών, τότε ειδικώς ο Γκολφινόπουλος δεν είναι απλώς καλλιτέχνης, αλλά απαραίτητος του οποίου τα έργα έχει ανάγκη η κοινωνία. Για την ευεργεσία του, που απλοχέρως προσφέρει η υψηλή τέχνη του στον καθημερινό βίο, του οφείλεται μία βαθιά, ειλικρινής και πηγαία ευγνωμοσύνη.
Μεγακλής Ρογκάκος
Ιστορικός Τέχνης & Επιμελητής Εκθέσεων
|
Βιωματική, όπως πάντα, η ζωγραφική του Αντρέα Γκολφινόπουλου λειτουργεί λυτρωτικά, καταγράφοντας με κωδικοποιημένο τρόπο προσωπικές εμπειρίες, και διαφυλάσσοντας τις μνήμες από τη λήθη. Οι πίνακες της τελευταίας δεκαετίας, αφιερωμένοι σε επιστήθιους φίλους, φίλες και συναδέλφους που έφυγαν πρόσφατα, αφηγούνται μέσα από σύμβολα και αλληγορίες μικρές αυτόνομες ιστορίες. Εκφράζουν οικουμενικές σκέψεις για το θάνατο αλλά υμνούν ταυτόχρονα τη χαρά της ζωής.
Το μοτίβο του πουλιού, που κάνει για πρώτη φορά την εμφάνισή του στο πεντάπτυχο με τίτλο «Πτήση»του 2005, είναι μια έκδηλη αναφορά στις έννοιες του περάσματος, της μετάβασης, της πορείας προς το άγνωστο. Η ίδια η δομή του έργου, που αναπτύσσεται σαν φρίζα και διαβάζεται σταδιακά, υπαινίσσεται τη ροή του χρόνου, την οποία ο καλλιτέχνης απαθανατίζει ζωγραφίζοντας παραλλαγές της ίδιας σύνθεσης σε πέντε διαφορετικές χρονικές στιγμές. Συνθέτει έτσι ένα ηλιοβασίλεμα εν΄ εξελίξει, με τη δύση να λαμβάνει χώρα σταδιακά από πίνακα σε πίνακα μέσα σε ένα αχνό φανταστικό γυναικείο προφίλ, πάνω από κατάμαυρα βουνά που παραπέμπουν τόσο σε τάφους των Φαραώ όσο και σε καμένη γη.
Στο ομότιτλο πεντάπτυχο της επόμενης χρονιάς, η δράση διαδραματίζεται σε έναν αλλόκοτο χώρο όπου η μέρα σμίγει σουρεαλιστικά με τη νύχτα, ως πιθανή αλληγορία του άνω και του κάτω κόσμου. Ο ιπτάμενος πρωταγωνιστής, πιθανή νύξη και για τη ψυχή, σκίζει τους αιθέρες στο μεταίχμιο μεταξύ φωτός και ερέβους. Σκοτεινά και απειλητικά βουνά που αποπνέεουν μια αίσθηση ερημιάς και νεκρικής σιγής συνυπάρχουν με τους φωτεινούς τόπους και τα θραύσματα της εγκόσμιας καθημερινότητας. Τα λιλιπούτεια ιστιοφόρα εν πλώ, εύθραυστες παρουσίες που υποδηλώνουν με το μέγεθός τους την ασημαντότητα του ανθρώπου στο συμπαντικό γίγνεσθαι, αποτελούν άλλη μια αναφορά στο τελικό ταξίδι και στο εφήμερο πέρασμά μας από αυτόν τον κόσμο.
Ο Γκολφινόπουλος ξεκίνησε τη σειρά «Πορτραίτα του Ουρανού» το 2007, εντάσσοντας το οικείο πτηνό σε χώρους όπου η καθημερινότητα ενώνεται με το όνειρο και οι εικόνες της πραγματικότητας με αυτές της φαντασίας. Ο τίτλος ποιητικά δηλώνει την πηγή της έμπνευσής του: είναι η ουράνια οθόνη με τα καθημερινά συμβάντα της και τα σύννεφα που κινηματογραφικά μεταλλάσσονται, δημιουργώντας ολοένα και καινούργιες φόρμες σαν οπτικά παραληρήματα.
Τα γυναικεία προφίλ, κάποια από τα οποία προέκυψαν από τα «Συννεφοκόριτσα» του Γκολφινόπουλου, προβάλλουν στα «Πορτραίτα του Ουρανού» σε πρώτο πλάνο δίπλα στο πτηνό. Το 2008, επιπλέουν σε θάλασσες που γυαλίζουν από τους αντικατοπτρισμούς του φεγγαριού σαν αινιγματικές σφίγγες που κρύβουν γρίφους για τους ανώνυμους ταξιδιώτες. Και σε αυτή την ενότητα, ο καλλιτέχνης αποκρυσταλλώνει το πέρασμα του χρόνου, ζωγραφίζοντας παραλλαγές της ίδιας μεταφορικής ιστορίας – το πρωί, το μεσημέρι, το απόγευμα και το βράδι.
Εδώ, ο θεατής προσλαμβάνει τη σταδιακή μετάλλαξη της ανθρώπινης φιγούρας από γυναίκα σε γοργόνα. Τα περιποιημένα μαλλιά της πρωινής σκηνής γίνονται οχιές στην απογευματινή, φέρνοντας συνειρμικά στο νού τη Μέδουσα. Στη νυχτερινή παραλλαγή, η μεταμόρφωση έχει πλήρως υλοποιηθεί: η κόμη έχει γίνει ουρά, κάνοντας τη μορφή μισή γυναίκα - μισή ψάρι, μυθικό στοιχείο και σουρεαλιστικό ον, ταυτόχρονα.
Η γοργόνα κανονικά πλέει σε χθόνια ύδατα. Στους πίνακες του Γκολφινόπουλου αρχικά τυλίγεται σαν έμβρυο, δημιουργώντας ένα κέλυφος, ένα περίβλημα προστασίας γύρω από τον ίδιο της τον εαυτό. Κατοικεί σε μια αφηρημένη μήτρα -μπορεί να είναι βυθός ή/και ουρανός- πριν αναδυθεί ως Αφροδίτη από τη γαλήνια θάλασσα της αέναης ακινησίας. Η διαδικασία της γέννεσης λαμβάνει χώρα με φόντο τα αστραφτερά φωτάκια της αντιπέρα όχθης, άλλη μια νύξη για το εδώ και το πέρα!
Οι πίνακες αναπτύσσονται σαν εικαστικό ημερολόγιο το οποίο γεμίζει καθημερινά από γραφές και σύμβολα, αποτυπώνοντας βιώματα τα οποία ο καλλιτέχνης καταγράφει από τον Κορινθιακό Κόλπο, κοιτώντας τα βουνά της Ρούμελης απέναντι. Τα έργα έμπλουτίζονται στην πορεία με μωβ κορδέλλες, με μοναχικά εμπορικά πλοία στις θάλασσες μιας ρημαγμένης Ελλάδας, και με καπνούς γεμάτους μνήμες που σκορπίζονται στο σύμπαν σαν χρωματικές φυσσαλίδες ή σαν την αγγελική αύρα των φίλων που έφυγαν…
Μπία Παπαδοπούλου
Ιστορικός Τέχνης
|
Τα τελευταία έργα μου με τίτλο «Πορτραίτα του Ουρανού» είναι καταγραφές του χρόνου με τον ήλιο που δύει, της απόστασης με ένα νησί που μικραίνει στο μάτι καθώς όλο και απομακρυνόμαστε, και της κίνησης με ένα πουλί που πετά και μας λέγει ότι τα πάντα κινούνται - άνθρωποι, φύση, πόλεις, θάλασσες, πάγοι, η γη μας, το σύμπαν όλο.
Το πλέον ορατό κινούμενο σχήμα είναι των συννέφων που αλλάζουν μορφές κάθε δευτερόλεπτο, θέμα που με έχει απασχολήσει πολύ στο παρελθόν και διαισθάνομαι ότι έμμεσα ή άμεσα θα με ακολουθεί για πάντα. Ένα μυθικό ων που γεννήθηκε πολλούς αιώνες πριν και που συνδέει τη στεριά με τη θάλασσα, τη γη ολόκληρη, είναι η γοργόνα. Τα καλοκαίρια στη παραλία του χωριού μου, τη Λυκοποριά, βλέπω δεκάδες παιδιά να πλατσουρίζουν με μπρατσάκια, με πέδιλα και μάσκες, να βουτούν, να χάνονται και να ξεπροβάλλουν σα δελφίνια μέσα από το νερό. Αυτά είναι για εμένα τα γοργονάκια επί της γης και του ουρανού, σχήματα που με προκαλούν ημέρα και νύχτα. Σχήματα που εμφανίζονται και χάνονται πολύ γρήγορα σα τα σύννεφα. Καράβια που πάνε κι έρχονται. Με κάποιο κι εμείς σίγουρα θα ταξιδέψουμε.
Τα χυτά έργα μου στο αλουμίνιο είναι προέκταση της συνολικής ζωγραφικής εργασίας με πρόθεση μερικά από αυτά να τα δω τρισδιάστατα.
Σήμερα ζούμε χωρίς αμφιβολία στον αιώνα της κοινωνικής ανισότητας, ένα κόσμο που οι πολλοί βουλιάζουν, πνίγονται, χάνονται, και οι λίγοι επιπλέουν. Αυτή είναι η πρώτη ύλη των ζωγραφικών και μικρογλυπτικών μου έργων. Είναι η στιγμή που θα καταγράψω το συμβάν με τα έργα μου. Είναι η αιχμαλωσία των μορφών με την προσωπική μου γραφή μέσω της τέχνης. Εάν δεν υπήρχε η τέχνη που αρχειοθετεί τον αιώνα της, δε θα γνωρίζαμε τον αρχαίο πολιτισμό μας, τον βυζαντινό, τον σύγχρονο και ότι κάποτε ισοπεδώθηκε από τις βόμβες μία πόλη που τη λένε Γκερνίκα.
Αντρέας Γκολφινόπουλος
Καλλιτέχνης
|
|